«Η εορτή των Τριών Ιεραρχών. Υπάρχει λόγος;»


Το «μένουμε… Χολαργό!», με αφορμή την εορτή των Τριών Ιεραρχών (30/1), αναδημοσιεύει παλαιότερη ομιλία του Αρχιμανδρίτη και Προϊσταμένου του Καθεδρικού Ιερού Ναού Παναγίας Φανερωμένης Χολαργού, π. Συμεών Βενετσιάνου, προς τους εκπαιδευτικούς της πόλης, σε εκδήλωση που είχε πραγματοποιήσει ο πρώην Δήμος Χολαργού ανήμερα της εορτής των προστατών της παιδείας.

Του
Αρχιμανδρίτη π. Συμεών Βενετσιάνου
Προϊσταμένου Καθεδρικού Ι.Ν. Παναγίας Φανερωμένης Χολαργού
Διευθυντή Γραφείου Νεότητας Ι. Αρχιεπισκοπής Αθηνών

Τιμούμε τον μήνα αυτό τη μνήμη των Τριών Οικουμενικών Διδασκάλων και Ιεραρχών, των προστατών και εφόρων της παιδείας τού γένους μας. Πανηγυρική Θεία Λειτουργία την ημέρα εκείνη με τη συμμετοχή(;) των μαθητών, εκδηλώσεις τιμής για τους εκπαιδευτικούς, για εκείνους που αγωνίζονται φιλότιμα στο σχολείο να διδάξουν στη νέα γενιά αρετή και μόρφωση, το κάλλος της ψυχής και την ομορφιά της γνώσης. Τιμούμε τη μνήμη των Τριών Ιεραρχών, των προστατών της παιδείας του γένους μας. Όμως, έχει νόημα σήμερα αυτός ο εορτασμός, σε καιρούς που επικρατεί ένας τεράστιος προβληματισμός γύρω από τα θέματα της παιδείας μας; Έχει νόημα αυτός ο εορτασμός στη νεοελληνική κοινωνία μας, με νωπά στη μνήμη μας τα τελευταία δραματικά γεγονότα, που ζήσαμε έντονα, που είδαμε στις οθόνες των τηλεοράσεών μας, που μας απογοήτευσαν και μας προβλημάτισαν σε μέγιστο βαθμό;

Ή μήπως στον γενικότερο αποπροσανατολισμό μας, φαντάζει η εορτή απλώς ως μία φολκλορική φιέστα, χωρίς νόημα και ουσιαστικό περιεχόμενο, που μας έρχεται μάλιστα από το πολύ μακρινό μακρινό παρελθόν, καθώς οι Τρεις μεγάλοι της Εκκλησίας μας Πατέρες έζησαν πριν από 17 αιώνες τουλάχιστον; Στην εποχή της παγκοσμιοποίησης και της μετανεωτερικότητας, στην κοινωνία των νέων ταχυτήτων του Διαδικτύου και της σύγχρονης τεχνολογίας, σ’ έναν καινούριο κόσμο που ανατέλλει χάρις στα επιτεύγματα της βιοτεχνολογίας, μπορεί να έχει νόημα η εορτή των Τριών Ιεραρχών;

Η απάντηση για εκείνους που σπουδάζουν την κρισιμότητα των καιρών μας δεν μπορεί παρά να είναι: ναι! Έχει νόημα η εορτή των Τριών Ιεραρχών γιατί σιγά σιγά χάνουμε το νόημα της παιδείας, και εάν χάσουμε το νόημα της παιδείας τότε έχουμε χάσει και το νόημα της ζωής μας. Δεν αξίζει πια να υπάρχουμε! Χρειαζόμαστε τον Βασίλειο, τον Γρηγόριο και τον Χρυσόστομο Ιωάννη για να μας θυμίσουν και πάλι πως ο αληθινός προορισμός της παιδείας δεν μπορεί παρά να είναι αυτό που εκείνοι βίωσαν και μας παρέδωσαν: ο συνδυασμός της γνώσης με την αρετή, αποβλέποντας σε μία σύνολη ολοκλήρωση του ανθρώπου! Γιατί εκείνος που κατέχει μόνο τη γνώση αλλά όχι και την αρετή αποδεικνύεται εν τέλει επιζήμιος για την ανθρωπότητα.

Γιατί η γνώση μόνης της χωρίς την αρετή κατασκευάζει τις «έξυπνες» βόμβες και με χειρουργική -τάχα- ακρίβεια καταστρέφει ζωές και πολιτισμούς –τα ζήσαμε και τα ζούμε με τον πλέον τραγικό τρόπο! Γιατί η γνώση χωρίς την αρετή δημιούργησε δύο παγκόσμιους πολέμους και ένα πυρηνικό ολοκαύτωμα. Γιατί η γνώση χωρίς την αρετή αφαιρεί ζωτικής σημασίας όργανα από τα φτωχά παιδάκια της νότιας Αμερικής και της Αφρικής και τα μεταμοσχεύει σε πλούσιους δυτικοευρωπαίους και αμερικανούς. Όλα τούτα τα διενήργησαν επιστήμονες, που είχαν γεμάτο το μυαλό αλλά άδεια την καρδιά. Γι’ αυτό και επιμένουμε: Γνώση, ναι, μεγάλο αγαθό, αλλά μαζί με την αρετή, γιατί χωρίς αυτήν η παιδεία από ευλογία γίνεται κατάρα για το ανθρώπινο γένος.

Οι Τρεις Ιεράρχες δεν ήταν τυχαίοι. Ήσαν πανεπιστήμονες. Δεν γνώριζαν μόνο θεολογία, αλλά κατέστησαν γνώστες πολλών επιστημών της εποχής τους, σπουδάζοντας στα πιο φημισμένα κέντρα. Ο Βασίλειος ήταν μεταξύ άλλων χειρουργός και αστρονόμος, ο Γρηγόριος έλαβε πανεπιστημιακή έδρα στην Αθήνα ενώ ήταν ακόμη φοιτητής, δίδαξε για δύο μόνο χρόνια και έφυγε για την πατρίδα του στον Πόντο, για να γνωρίσει την ασκητική ζωή, ο δε επιφανής ρήτορας Λιβάνιος -ο οποίος ήταν ειδωλολάτρης- όταν στα τέλη της ζωής του ρωτήθηκε για το πρόσωπο που θα μπορούσε να τον διαδεχθεί ως καθηγητής στη σχολή του απάντησε ότι θα όριζε ως διάδοχό του τον Χρυσόστομο, αν δεν τον είχαν κερδίσει οι χριστιανοί.

Τι συνδύασαν λοιπόν οι Τρεις; Τη γνώση με το ασκητικό ήθος. Έκαμαν την παιδεία ζήτημα ζωής και αυτό ακριβώς μας πρόσφεραν: μια παιδεία που σέβεται τον άνθρωπο, μια παιδεία για τον άνθρωπο, μια παιδεία που υπηρετεί τον άνθρωπο και δεν τον σκλαβώνει. Μια παιδεία που μεταμορφώνει και δεν παραμορφώνει τον άνθρωπο. Μια παιδεία όπου κυριαρχεί το χάρισμα, η αγάπη, η ανεκτικότητα, η ανακάλυψη της αληθινής κλίσης κάθε μαθητή, ας τολμήσουμε να το ονειρευτούμε: μια παιδεία που προκαλεί χαρά και ικανοποίηση, μια παιδεία που υπηρετείται από τον ιερό πόθο του δάσκαλου και τον συγκλονισμό του μαθητή.

Θα πει κανείς: όλα αυτά είναι πολύ ωραία, αλλά αποτελούν όνειρα θερινής -ή και χειμερινής- νυκτός. Κι όμως, η πρόταση των Τριών Ιεραρχών για την παιδεία είναι αφάνταστα πρωτοποριακή, ακόμη και για την εποχή μας. Λέγει ο Χρυσόστομος: «Τα παιδιά δεν πρέπει να διδάσκονται όσα θέλει ο δάσκαλος, αλλά όσα οι μαθητές είναι ικανοί να αφομοιώσουν». Γι’ αυτό και –κατά τον Γρηγόριο- ο δάσκαλος πρέπει εγκαίρως να διακρίνει τις κλίσεις των μαθητών του και να υποδεικνύει στους εφήβους ποιους κλάδους και ποια επαγγέλματα να ακολουθήσουν. Για να το πετύχει αυτό ο δάσκαλος, και γενικά για να πετύχει στο έργο του, πρέπει –κατά τον Βασίλειο- ο δάσκαλος να έχει γνώσεις της ψυχολογίας τού ανθρώπου, να μελετά τις θείες Γραφές, να είναι ακέραιος στο χαρακτήρα, και να έχει τελικά κάτι θεϊκό μέσα του: να έχει το χάρισμα της διδασκαλίας». Διότι «ου πάντες διδάσκαλοι».

Η παιδεία, για τούς Τρεις Οικουμενικούς Πατέρες, δεν είναι ένας τομας της ζωής μας, αλλ ολκληρη η ζω μας. Γι’ αυτό το λγο δεν μπορούν να συλλβουν αλλιώς το νημα της παιδεας παρ μνο μσω του προσπου του Χριστού, που είναι ολκληρη η ζω. Στην πρξη η παιδεα είναι δρμος γι τη ζω, γι τον Χριστ κα είναι κατργηση του θαντου.

Η δικαιοσνη στη ζω μας είναι εξισορρπιση όλων των δυνμεων μας και ευθυγρμμισ τους με την εικνα του Θεού. Κι αυτ είναι ζω. Δεν έχουμε δικαωμα να βλπουμε τους Τρεις Ιερρχες μνο σαν αρχιερείς, μνο σαν ασκητς, μνο σαν ανθρπους, μνο σαν επιστμονες, μνο σαν κοινωνικος εργτες, μνο σαν δασκλους, μνο σαν τιμητς της ανθρπινης αδικας και αδυναμας. Είναι όλα αυτ ταυτχρονα. Είναι χριστοκρυκες που, βινοντας τη ζω της Εκκλησας του Χριστού, συνλαβαν μσα στον προσωπικ τους αγνα το δρμα του ανθρπου και βοθησαν να ξερριζωθεί η αιτα του κακού, ο θνατος: “Ούτω προς ύψος την βροτών πάσαν φσιν, εκ της χθονς φρουσι τοις τοτων λγοις” (Συναξρι των αγων).

Ο άγιος Γρηγριος ο Θεολγος θεωρεί “την παδευσιν των παρ’ ημίν αγαθών είναι το πρώτον”. “Αυτ τουλχιστον θα δέχονταν όσοι, λει, έχουν νού”. “Και εννοώ” συμπληρνει, “παδευσιν”, την σοφα όχι “τω λγω λαμπρυνομνη” αλλ “των έργων ελεγχομνη”.

Βασικ επιδωξη επομνως της παιδεας είναι η σωτηρα και το κλλος των θεων πραγμτων, που μνο με το νου συλλαμβνονται” καθς ομολογεί πλι ο Άγιος Γρηγριος. Εδώ δεν πρκειται για ιδεαλιστικ θεμελωση του νοματος της παιδεας. Με τη φρση αυτή θεμελινει θεωρητικ κτι που προσπαθεί να βισει εμπειρικ μσα στη ζω. Πώς δηλ., η ολοκλρωση (σωτηρα) του ανθρπου μσα απ’ την ομορφι, τον έρωτα για τα θεία πργματα που υπρχουν στον κσμο και που μνο ο ανθρπινος νους κατορθνει, είναι ο στχος της παιδεας.

Οι θέσεις τών τριών μεγλων πνευματικών μορφών και διδασκλων της ορθδοξης θεολογας ήταν προϊόν μιας βαθτερης ειλικρινούς βιωματικής κατφασης προς τον Θε, πρώτα και πνω απ’ όλα, προς τον άνθρωπο, το τλειο δημιοργημα του Θεού, προς το πνεύμα, που κατ’ εξοχν συνδει τον άνθρωπο με τον Δημιουργ του, και προς την καλλιέργεια του πνεματος μσα απ τα διδγματα της ορθδοξης χριστιανικής πστης, αλλ και με την κατκτηση της γνσης και την άσκηση της κρσης κα της γλωσσικής έκφρασης ακμη, η ποα – για τους τρεις μεγλους διανοητς Χριστιανος – περνει μσα απ την ελληνικ παιδεα και τα ελληνικ κεμενα. Έτσι, «στη διδασκαλα των Μεγλων αυτών Πατρων η ορθολογικ σκψη της Δσης συνδυσθηκε και συμφιλιθηκε με την ορθοδοξα της Ανατολής και με την αποκλυψη της χριστιανικής αλθειας στον ανατολικ χώρο, ενώ ο οικουμενικς χαρακτρας της χριστιανικής πστης κλυψε και καλπτει Ανατολ και Δση».

Εορτάζουμε λοιπόν περίλαμπρα την εορτή των Τριών μεγίστων φωστήρων της Τρισηλίου Θεότητος. Τιμούμε τα πάγχρυσα αυτά στόματα τού ελληνικού και χριστιανικού λόγου, που κατά τόν υμνογράφο τους, κατάρδευσαν όλη την οικουμένη με νάματα θεογνωσίας. Αρκεί μόνο να τους τιμούμε; Νομίζω ότι επιβάλλεται και να τους ακούμε! Σε καιρούς δύσκολους και οριακούς σαν τους τωρινούς, όπου οι αξίες και οι αρχές κλυδωνίζονται, καθένας μας έχει ανάγκη οδηγού και πυξίδας, για να μας φανερώνουν το δρόμο για να κρατήσουμε την ανθρωπιά μας και να προσεγγίσουμε την αρετή. Έχουμε ανάγκη αληθινών προτύπων σαν εκείνους τους Τρεις, που δεν ήταν μόνο «των λόγων εραστές», αλλά πρώτιστα ποιητές όσων πρέσβευαν και δίδασκαν. Η ημέρα της μνήμης τους ας αποτελέσει την καλύτερη αφορμή για όλους μας για να γνωρίσουμε και να μελετήσουμε με προσοχή την προσωπικότητα και το έργο τους και στη συνέχεια να εφαρμόσουμε τα διδάγματά τους. Το απαιτούν οι καιροί μας. Το χρωστάμε στον εαυτό μας. Δεν πρέπει να το στερήσουμε από τα παιδιά μας.

Ένας από τους Τρεις, ο Χρυσόστομος Ιωάννης έγραφε «Όταν τα αρχέτυπα ηφάνισται, τότε ουδέ οι νέοι γνονται θαυμαστοί». Μπορούμε λοιπόν να σταματήσουμε να ρίχνουμε τον λίθο του αναθέματος στο αντίγραφο, αμνηστεύοντας το πρωτότυπο; Το πρόβλημα της σημερινής νεολαίας είναι να απεγκλωβιστεί από εμάς, από τις μηδενιστικές πρακτικές που εν πολλοίς διδάσκουμε. Κι εμείς να διδαχθούμε πολλά από την έννοια της μετάνοιας, πού σημαίνει αλλαγή τρόπου σκέψης και τρόπου ζωής, υιοθετώντας νέους δρόμους ανάταξης, έναν εκκλησιαστικότερο τρόπο ζωής που εγγυάται την αυθεντικότητα της έκφρασης και τη γνησιότητα της ποιότητας.

Και τέλος, όπου εμείς δεν μπορούμε πια να κάνουμε τίποτε άλλο, ας αφήσουμε επιτέλους να μιλήσει λίγο και ο Θεός. Για να καταλάβουμε, εμείς πρώτοι, πως όταν η ζωή των νέων μας γίνει περισσότερο εκκλησιαστική, τότε θα γίνει λιγτερο αγχωτική. Ο Θεός είναι το πρότυπο της αγάπης. Ο Θεός είναι αγάπη. Αυτό που έχουν ανάγκη τα παιδιά, αυτό πού έχουμε ανάγκη εμείς, είναι να αφήσουμε στον Θεό περισσότερο χώρο στην καρδιά μας και στη ζωή μας. Ας το τολμήσουμε. Για τον εαυτό μας και τα παιδιά. Για το σήμερα και το αύριο. Αλλά και γι’ αυτήν την αιωνιότητα.