15 χρόνια χωρίς τον θρύλο του Σαλούν (pics)


4/9/2004 – 4/9/2019. 15 χρόνια χωρίς τον τρομερό σκόρερ, τον ξεχωριστό αθλητή, το σπάνιο παιδί του ελληνικού μπάσκετ και του ΑΣ Παπάγου. Τον αιώνια 33χρονο Αλφόνσο Φορντ.

Ήρθε στην Ελλάδα, μας έκανε να θαυμάσουμε την μαγεία του και έγραψε ιστορία. Σαν σήμερα πριν από 15 χρόνια ο Αλφόνσο Φορντ έχασε τη μάχη με το θάνατο και βύθισε στη θλίψη όλο τον αθλητικό κόσμο.

Ήταν ένας από εκείνους που μας έκαναν να πιστεύουμε στη μαγεία. Ένας αρτίστας του αθλήματος και ένας παίκτης που λάτρευες να τον βλέπεις μέσα στο παρκέ. Ο Αλφόνσο Φορντ έκανε το άθλημα που αγαπάμε πιο όμορφο και γι’ αυτό μας έκανε να τον ξεχωρίσουμε από τους υπόλοιπους.

Σαν σήμερα πριν από 15 χρόνια τα πάντα έγιναν πιο γκρίζα. Ο Αλφόνσο Φορντ έχασε τη μάχη με το θάνατο και τίποτα δεν θα ήταν πλέον το ίδιο.

Πάντα με το χαμόγελο στα χείλη και πάντα έτοιμος να εκτελέσει οποιαδήποτε άμυνα, ο Φορντ αποτέλεσε έναν από εκείνους που λάτρευες να παρακολουθείς. Ήταν ο λόγος για τον οποίο τα παιδιά επιλέγουν να παίξουν μπάσκετ και ο κόσμος επέλεγε να βρεθεί στο γήπεδο και να τον απολαύσει.

Εδώ στην Ελλάδα είχαμε την ευτυχία και την τύχη να τον παρακολουθήσουμε από κοντά, να τον χαρούμε και να σκεφτούμε ότι μετά τον Γκάλη είναι ίσως ο μεγαλύτερος σκόρερ που είχε την τύχη να δει από κοντά σε όλο του το μεγαλείο το ελληνικό κοινό.

Ήταν 4 Σεπτεμβρίου του 2004 όταν το χαμόγελο έσβησε για πάντα και ο φίλαθλος κόσμος βυθίστηκε στη θλίψη. Ο Αλφόνσο πάλεψε αλλά έχασε την δύσκολη μάχη που έδινε και το μπάσκετ έγινε φτωχότερο…

Γεννημένος στις 31 Οκτωβρίου του 1971, δεν χρειάστηκε πολύ για να λάμψει το ταλέντο που ήταν προικισμένος.

Από τα πρώτα χρόνια της καριέρας του έδειξε πως πρόκειται για έναν χαρισματικό σκόρερ, αφού έγινε ο πρώτος παίκτης όλων των εποχών στο NCAA, που ολοκλήρωσε και τις 4 σεζόν με πάνω από 25 πόντους μέσο όρο. Δεν χρειάζονταν πάντως οι αριθμοί για να καταλάβει κανείς ότι ο Φορντ ήταν ένα παιδί διαφορετικό από τα υπόλοιπα.

Επιλέχθηκε στο Νο.32 του ντραφτ από τους Σίξερς, αγωνίστηκε κάποιους αγώνες, προσπάθησε, όπως σχεδόν όλοι οι Αμερικάνοι να ζήσει το όνειρο του NBA σε όλο του το μεγαλείο, δεν τα κατάφερε και έτσι η μοίρα τον έφερε στην Ευρώπη.

Πρώτος σταθμός της καριέρας του ήταν η Ισπανία και η Ουέσκα η οποία αν και υποβιβάστηκε, εκείνος κατάφερε να αναδειχθεί πρώτος σκόρερ του πρωταθλήματος μετρώντας 25,1 πόντους.

Τη σεζόν 1996/97 αγωνίστηκε με την ομάδα του δικού μας ΑΣ Παπάγου, αφού ο Κώστας Μίσσας τον επέλεξε και από τις πρώτες του εμφανίσεις έδειξε ότι ήταν… γεννημένος δολοφόνος. Δεν χρειάστηκε χρόνο για να δείξει τι είναι ικανός να κάνει και έχοντας 24,6 πόντους, 5,2 ριμπάουντ και 3,2 ασίστ μέσο όρο, εντυπωσίασε από την πρώτη σεζόν.

Το καλοκαίρι όμως όλα θα άλλαζαν…

Έμαθε ότι υπάρχει πρόβλημα, ότι πάσχει από λευχαιμία και η τεράστια μάχη του ξεκινούσε. Έμεινε εκτός ένα χρόνο και το καλοκαίρι του 1998 επιστρέφει στην Ελλάδα για λογαριασμό του Σπόρτινγκ.

«Μετά τον τελευταίο αγώνα της σεζόν, με τον Σπόρτιγκ παίζαμε αν θυμάμαι καλά, άρχισα να αισθάνομαι πόνους στην πλάτη. Δεν έδωσα σημασία. Πήγα στην Αμερική για διακοπές, άρχισα να παίζω μπάσκετ για να συντηρούμαι, αλλά οι πόνοι δεν υποχωρούσαν. Πήγα στον οικογενειακό μας γιατρό και μου έκανε αιματολογικές εξετάσεις. Εκεί φάνηκε ότι είχα σοβαρό πρόβλημα στο αίμα και αν δεν το είχα εντοπίσει τότε, ίσως τώρα να μη ζούσα.

Ήταν μια τρομακτική εμπειρία. Μπήκα στο νοσοκομείο για μια ολόκληρη εβδομάδα και έκανα τεστ. Φοβήθηκα πολύ, δεν το κρύβω. Πέρναγαν πολλά από το μυαλό μου. Πρώτα για τη ζωή μου και μετά για την καριέρα μου. Πήγα σε έναν ειδικό αιματολόγο. Βρήκαμε ότι με μια συγκεκριμένη αγωγή μπορούσα να γίνω καλά. Το κακό ήταν ότι έπρεπε να μείνω έξω από τα γήπεδα έναν ολόκληρο χρόνο».

Μετά τη σεζόν 1998/99 ακολούθησε μία σπουδαία πορεία με το Περιστέρι (1999/01) και στη συνέχεια φόρεσε τη φανέλα του Ολυμπιακού (2001/02). Οι «ερυθρόλευκοι» βρήκαν τον ηγέτη που έψαχναν και ο Φορντ εκμεταλλεύτηκε την ευκαιρία που του δόθηκε κάνοντας ακόμα μια καταπληκτική σεζόν με 21,6 πόντους κατά μέσο όρο στο πρωτάθλημα και 24,8 πόντους στη Euroleague.

Ο Φορντ αναδείχθηκε πρώτος σκόρερ του Ελληνικού Πρωταθλήματος τέσσερις φορές και την αγωνιστική περίοδο 2000/01 ήταν και ο MVP της Α1. Παράλληλα, ήταν κορυφαίος σκόρερ στη Euroleague το 2001 και το 2002 και πλέον -μετά το θάνατό του- το συγκεκριμένο βραβείο φέρει το δικό του όνομα.

Όταν τελικά αποχώρησε από τον Ολυμπιακό το καλοκαίρι του 2002 πολλοί παραξενεύτηκαν, αλλά η αλήθεια ήταν ακόμα πιο σκληρή.

Η καριέρα του συνεχίστηκε στην Ιταλία καθώς συμφώνησε με τη Σιένα και η… συνέχειά της ήταν το ίδιο εντυπωσιακή. Ο Φορντ μέτρησε 19,1 πόντους στο ιταλικό πρωτάθλημα και 17,9 πόντους στη Euroleague, ενώ η τελευταία ομάδα της καριέρας του ήταν η Σκαβολίνι με την οποία είχε 22,2 πόντους λίγο πριν η αρρώστια σταματήσει την ξέφρενη πορεία του μέσα στα παρκέ.

Το καλοκαίρι του 2004 ανακοίνωσε την απόσυρσή του από την ενεργό δράση και μόλις δύο εβδομάδες αργότερα και σε ηλικία 33 ετών πέθανε σε ένα νοσοκομείο του Μέμφις, βυθίζοντας στη θλίψη τον κόσμο του αθλητισμού.

Πάλεψε σαν μαχητής που ήταν, δεν το έβαλε ποτέ κάτω, έκανε αυτό που τον έκανε ευτυχισμένο και πρόλαβε να μας προσφέρει όσα άλλοι δεν κατάφεραν ποτέ. Πάντα με το χαμόγελο και πάντα με οδηγό το ταλέντο με το οποίο γεννήθηκε.

Σαν σήμερα πριν από 15 χρόνια δεν έφυγε ένας ασύλληπτα εξαιρετικός παίκτης, αλλά και ένας τεράστιος μαχητής της ζωής…

Τα τελευταία χρόνια, το λάβαρό του κοσμεί το εξίσου θρυλικό Σαλούν στου Παπάγου, εκεί όπου οι παλαιότεροι είχαμε την τύχη να ζήσουμε στιγμές αλησμόνητες, την αξέχαστη δεκαετία του ’90…