ΟΔΩΝΥΜΙΚΑ ΧΟΛΑΡΓΟΥ: Οδός Ανδρούτσου Οδυσσέως


Δύο ημέρες πριν από την 199η επέτειο της Εθνικής Παλιγγενεσίας, το «Μένουμε Χολαργό» παρουσιάζει μία από τις 11 οδούς της πόλης με ονομασία παραπομπής στην Επανάσταση του 1821 | Σειρά στο αφιέρωμα των οδωνυμικών του Χολαργού για τη μικρότερη σε μήκος οδό της έδρας του Δήμου

Η αλήθεια είναι πως υπάρχουν κάποιες οδοί που οι περισσότεροι Χολαργιώτες αγνοούν παντελώς την ύπαρξή τους. Μία από αυτές, η μικρότερη από όλες (σε μήκος), είναι και η οδός Οδυσσέως Ανδρούτσου.

Πρόκειται για ένα μικρό στενό στον Άνω Χολαργό, το οποίο ενώνει την οδό Ναυαρίνου με την οδό Κωνσταντινουπόλεως. Βρίσκεται ανάμεσα στις οδούς Βελισσαρίου και Κανάρη και ουσιαστικά αποτελεί την προτελευταία συμβολή της Ναυαρίνου, πριν την κατάληξη της τελευταίας στην οδό Υμηττού.

Ανδρούτσος, Οδυσσεύς (περ. 1790 – 1825): Οπλαρχηγός της Επαναστάσεως του 1821 από την Ιθάκη ή την Πρέβεζα, ένας από τους επιφανέστερους του Αγώνα. Ήταν γιος του Ανδρέα Βερούση (Ανδρούτσου) και της Ακριβής Τσαρλαμπά και βαφτιστικός της Μαρουδιάς, γυναίκας του Λάμπρου Κατσώνη.

Σε νεαρή ηλικία κατατάχθηκε στο ναυτικό και αργότερα τον πήρε στην Αυλή του ο Αλή Πασάς, όπου εκπαιδεύτηκε στρατιωτικά. Το 1816 έγινε σωματοφύλακας του Αλή και δερβέναγας της Ανατολικής Στερεάς και το 1818 μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία. Παρά το ατίθασο του χαρακτήρα του ήταν εξαίρετος διπλωμάτης και διατηρούσε άριστες σχέσεις τόσο με τους οπλαρχηγούς όσο και με τον Αλή.

Κατά τον πόλεμο της Πύλης με τον τελευταίο κατέφυγε στους Παξούς, από όπου επέστρεψε μετά την κήρυξη της Επαναστάσεως. Στις 8 Μαΐου 1821 κλείστηκε στο Χάνι της Γραβιάς και απασχολώντας εκεί τον Ομέρ Βρυώνη, στον οποίο προκάλεσε μεγάλες απώλειες, εμπόδισε την κάθοδο των τουρκικών ενισχύσεων στην Πελοπόννησο.

Ήταν μια μεγάλη στιγμή του Αγώνα και την απεικόνισε με τον καλύτερο τρόπο ο Αριστοτέλης Βαλαωρίτης στο ωραίο ποίημά του «Το Χάνι της Γραβιάς»:

Προς το Χάνι χορός κατεβαίνει
απ’ οδόν ελικώδη, λοξήν
και φλογέρα με ήχον οξύν
χορού άσμα σημαίνει

Οδυσσεύς ο Ταχύπους ηγείται
του μαχίμου εκείνου χορού
και εγκύμων σκοπού τολμηρού
προς το Χάνι κινείται

Ανακηρύχθηκε κατόπιν αρχιστράτηγος Ανατολικής Στερεάς, αλλά η αντίδραση των πολιτικών τον ανάγκασε να παραιτηθεί (αποτέλεσμα της συγκρούσεως αυτής ήταν η για λίγο διάστημα επικήρυξή του με 5.000 γρόσια και ο αφορισμός του).

Αργότερα κατέλαβε (1821 – 1822) την Ακρόπολη και ανακηρύχθηκε πάλι αρχιστράτηγος. Πήρε επίσης μέρος σε πολλές μάχες (Μεσολόγγι, Άρτα κ.λπ.). Το 1824 έπεσε στη δυσμένεια της Κυβερνήσεως, η οποία υποστήριξε τον Ιωάννη Γκούρα, άλλοτε πρωτοπαλίκαρό του. Από αντίδραση έκανε ορισμένες ενέργειες προς τους Τούρκους, οι οποίες κρίθηκαν ύποπτες και προκάλεσαν τη δίωξή του (για τις ενέργειές του αυτές του είχαν δώσει το προσωνύμιο «Γεροχουλιάρας», δηλαδή γεροραδιούργος).

Παραδόθηκε μόνος του και φυλακίστηκε αρχικά στη Μονή Δομοκού και αργότερα στον Κουλά (Φράγκικο Πύργο) της Ακροπόλεως στην Αθήνα. Εκεί κατά διαταγή του Γκούρα στραγγαλίστηκε και το πτώμα του ρίχτηκε από τα τείχη. Διαδόθηκε τότε ότι σκοτώθηκε επιχειρώντας να δραπετεύσει. Το πτώμα του τάφηκε στους πρόποδες της Ακροπόλεως, αλλά το 1833 έγινε ανακομιδή των οστών του. Η λαϊκή αθηναϊκή μούσα θρήνησε το θάνατό του:

Λυσσέας (:Οδυσσέας) εβουλήθητσε το Κάστρο να πατήσει
μα τσείνο έλαχε γκρεμός τσ’ έπεσε τσαι τσατίστη

δε στόπα γιε Λυσσέα μου, δε στόπα ‘γω παιδί μου
με τη Βουλή μη πιάνεσαι, με τους καλαμαράδες.

Η επιτροπή Εκδουλεύσεων των Αγωνιστών τον κατέταξε σε εξαίρετη τάξη, μαζί με τους Θ. Κολοκοτρώνη, Γ. Καραϊσκάκη, Μ. Μπότσαρη κ.ά. Χαρακτηριστικό του ανδρός είναι το εξής επεισόδιο: Όταν πολιορκούσε την Ακρόπολη παρατήρησε ότι οι Τούρκοι έσπαζαν τις κολώνες του Παρθενώνος γιατί είχαν ανάγκη από το μολύβι τους για βόλια. Αμέσως τους ειδοποίησε να σταματήσουν την καταστροφή αυτή και τους έστειλε ο ίδιος το μολύβι που ήθελαν, ώστε να σωθεί το μνημείο.

Η σύζυγός του Ελένη, που τον ακολουθούσε πάντα και παντού, πέθανε στην Αθήνα το 1879.

⇒ Με πληροφορίες από: «Οδωνυμικά του Χολαργού» (2004, Εκδ. πρ. Δήμου Χολαργού)