ΟΔΩΝΥΜΙΚΑ ΧΟΛΑΡΓΟΥ: Οδός Φειδίου


Ως συνέχεια της οδού Ζακύνθου, η οδός Φειδίου ξεκινά από την οδό Φανερωμένης και καταλήγει στην οδό Κουντουριώτου. Διασταυρώνεται κατά σειρά με τις οδούς Ευριπίδου, Αθανασίου Διάκου και Καραϊσκάκη/Κρέσνης, ενώ αποτελεί έδρα του 1ου Νηπιαγωγείου της πόλης.

Φειδίας (5ος αι. π.Χ.): Αθηναίος γλύπτης, ο μεγαλύτερος ανδριαντοποιός της αρχαιότητας. Ήταν γιος του Χαρμίδου, αδελφός ή εξάδελφος του ζωγράφου Παναίνου και αδελφός του ζωγράφου Πλεισταινέτου. Γεννήθηκε λίγο μετά το 500 π.Χ. και η ακμή του τοποθετείται ανάμεσα στο 470 και το 430 π.Χ. Είχε ως δάσκαλο τον Ηγία και κατόπιν, πιθανόν, τον Αγελάδα.

Αρχικά ασχολήθηκε με τη ζωγραφική και συνεργάστηκε με τον Πάναινο, μετά όμως αφοσιώθηκε αποκλειστικά στη γλυπτική. Από τον Περικλή διορίστηκε ανώτατος επόπτης («πάντων επίσκοπος») των οικοδομικών έργων στην Ακρόπολη των Αθηνών και ιδιαίτερα του Παρθενώνος. Ο ίδιος μάλλον έκανε εκεί τα σχέδια των αγαλμάτων ή και μερικά από τα ίδια τα αγάλματα ή ίσως να έκανε μόνο μερικά μέρη τους.

Έργα δικά του ήταν το χάλκινο άγαλμα της Προμάχου Αθηνάς στην Ακρόπολη των Αθηνών, που στήθηκε από τον ίδιο το γλύπτη γύρω στο 465 π.Χ. (είχε ύψος 7 μ. και η επιχρυσωμένη αιχμή του δόρατος φαινόταν από τα πλοία που περνούσαν το Σούνιο), η Αρεία Αθηνά (επίχρυσο ξόανο) στις Πλαταιές, ίσως το πρώτο του έργο, το σύμπλεγμα των Αθηναίων Ηρώων στους Δελφούς (κατασκευάστηκε από τα λάφυρα της Μάχης του Μαραθώνος), η Αθηνά της Ήλιδος, η Ουρανία Αφροδίτη, ο Απόλλων, ο Ανακρέων κ.ά.

Τα αριστουργήματά του ήταν το χρυσελεφάντινο άγαλμα της Παρθένου Αθηνάς μέσα στον Παρθενώνα (που είχε ύψος 12 μ.) και το χρυσελεφάντινο άγαλμα του Ολυμπίου Διός στην Ολυμπία (ένα από τα Επτά Θαύματα του Αρχαίου Κόσμου), για το οποίο ο ποιητής Φίλιππος ο Θεσσαλονικεύς (1ος αι. μ.Χ.) έγραψε: «ή θεός ηλθ’ επί γην εξ ουρανού εικόνα δείμας, ή συ γ’ ίσως τον θεόν οψόμενος».

Το 438 π.Χ., όταν είχε ήδη στηθεί το άγαλμα της Αθηνάς, οι εχθροί του Περικλέους τον κατηγόρησαν ότι δεν χρησιμοποίησε ολόκληρο το χρυσάφι, βάρους 1.328 χιλιογράμμων, που είχε διατεθεί για το σκοπό αυτό. Ο Φειδίας τότε έβγαλε με προσοχή το χρυσό χιτώνα της θεάς, χωρίς να προξενήσει ζημιά στο άγαλμα και το ζύγισε, αποδεικνύοντας έτσι την αθωότητά του (ο χρυσός της Αθηνάς, σύμφωνα με την υπόδειξη του Περικλέους, έπρεπε να αφαιρείται εύκολα, για να ζυγίζεται κάθε τέσσερα χρόνια και πάλι να εφαρμόζεται σταθερά και με ακρίβεια).

Το άγαλμα του Ολυμπίου Διός (καθιστού) είχε ύψος 12 μ. Κατά τον Στράβωνα μάλιστα «αν ο Ζευς σηκωνόταν όρθιος, θα έφευγε η στέγη του ναού». Το άγαλμα τελείωσε το 448 π.Χ. και επειδή έγινε μετά την αποπεράτωση του ναού, χρειάστηκε να γίνουν τροποποιήσεις στο σηκό, για να χωρέσει. Για να κρατήσει ο Φειδίας σταθερή την εσωτερική θερμοκρασία των χρυσελεφάντινων αγαλμάτων του και για να μη μεταβάλλεται η ύλη τους, άφησε τον ξύλινο σκελετό τους κενό και μπροστά τους έβαλε μία μικρή δεξαμενή, με νερό στο άγαλμα της Αθηνάς και με λάδι στο άγαλμα του Διός.

Αργότερα ο Φειδίας κατηγορήθηκε για ασέβεια και ιεροσυλία, επειδή στην παράσταση μάχης πάνω στην ασπίδα της Αθηνάς υπήρχε η μορφή του Περικλέους και η δική του. Στην πραγματικότητα οι κατηγορίες αυτές έγιναν από τους εχθρούς του Περικλέους που έτσι ήθελαν να πλήξουν τον μεγάλο πολιτικό. Τελικά καταδικάστηκε σε φυλάκιση και πέθανε στη φυλακή από ασθένεια ή αυτοκτόνησε με δηλητήριο. Σύμφωνα με άλλη εκδοχή, διέφυγε στην Ολυμπία (δεικνύεται σήμερα το εργαστήριό του) και εκεί αργότερα τον καταδίκασαν οι Ηλείοι σε θάνατο. Πέθανε σε ηλικία περίπου 80 ετών.

⇒ Με πληροφορίες από: «Οδωνυμικά του Χολαργού» (2004, Εκδ. πρ. Δήμου Χολαργού)